Σάββατο 26 Δεκεμβρίου 2009

Όταν ο παππούς θυμάται


Κων/νος : Πες μου παππού τι ξέρεις για τη λίμνη Κάρλα; Λίμνη ακούω και λίμνη δε βλέπω.
Παππούς: Η λίμνη Κάρλα Κωνσταντίνε μου, είναι η αρχαία λίμνη Βοιβηίδα που απλωνόταν μπροστά στο χωριό μας τα Κανάλια της Μαγνησίας, πανέμορφη ήρεμη και γαλήνια. Φιλοξενούσε στην αγκαλιά της χιλιάδες ψάρια και εκατομμύρια πούλια, εκατοντάδες ράτσες. Στις όχθες της έζησαν γενιές και γενιές ανθρώπων από τα προϊστορικά χρόνια ως σήμερα. Πολλά αρχαιολογικά ευρήματα το αποδεικνύουν.

Κων/νος: γιατί δεν υπάρχει η λίμνη παππού;
Παππούς: Α παιδί μου! Οι άνθρωποι έχουν πολύ λίγο μυαλό. Θέλουν να ανακατεύονται. Θέλουν να ταλαιπωρούν τη φύση και να καταστρέφουν τα αγαθά της. Έτσι λοιπόν πριν από σαράντα περίπου χρόνια έχτισαν ένα τοίχος που οδηγούσε τα νερά του Πηνειού ποταμού στο Στόμιο ενώ κανονικά θα έπρεπε να χύνονται μέσα στη λίμνη. Έτσι η στάθμη της λίμνης άρχισε να πέφτει αισθητά επικίνδυνα. Τα νερά δεν ανανεώνονταν κι άρχισαν να βρομάνε. Τα ψάρια άρχισαν να ψοφάνε και οι ψαράδες να υποφέρουν. Επιπλέον η ελονοσία θέριζε μικρούς και μεγάλους. Οι ειδικοί λοιπόν κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η λίμνη έπρεπε να αποξηρανθεί.

Κων/νος: Και τα ψάρια τι απέγιναν; Τα πουλιά που πήγαν;
Παππούς: Τα ψάρια ψόφησαν ή βρέθηκαν στον Παγασητικό, όπου δεν ξέρω ποια ήταν η τύχη τους. Τα πουλιά μετακόμισαν σε άλλους υδροβιότοπους, σε άλλες λίμνες, για να μπορέσουν να επιβιώσουν.





Κων/νος: Κι οι ψαράδες;
Παππούς: Οι ψαράδες ένοιωσαν όπως κι εγώ. Μη ξεχνάς ότι κι εγώ είμαι παλιός ψαράς. Μόλις αποξηράνθηκε η λίμνη βρεθήκαμε όλοι οι ψαράδες με τα καράβια μας, τα σύνεργα της ψαρικής, τα κουπιά και τις άγκυρες τα δίχτυα και τις απόχες, άχρηστοι να κοιτάζουμε μπροστά μας τη λάσπη που απόμεινε και περίμενε από εμάς να την καλλιεργήσουμε. Η καρδιά μας σπάραζε για το μεγαλείο που έχασε. Έπειτα δεν ήταν εύκολο από ψαράς να γίνεις γεωργός. Με τα καμάκια και τις απόχες δεν οργώνεται η γης. Σκέτη δυστυχία. Τότε ήταν που το χωρίο μας άδειασε. Ο περισσότερος κόσμος έφυγε για το Βόλο για την Αθήνα, κι άλλοι για την ξενιτιά. Ο τόπος μας , μας έδιωξε από κοντά του. Έτσι κι εγώ έβαλα τα κουπιά μου πάνω στην κληματαριά να την στερεώνουν βόλεψα τα σύνεργα του ψαρέματος στην αποθήκη κι έφυγα για δουλεία στην Αθήνα. Εκεί έγινα οικοδόμος. Από ψαράς, οικοδόμος.




Αχάριστοι οι άνθρωποι παιδί μου κατά την διάρκεια της γερμανικής κατοχής τότε που οι Έλληνες πέθαιναν από πείνα στο χωριό μας κανείς δεν πείνασε. Η λίμνη τάιζε χωρίς καμιά σιγκούνια τους ανθρώπους της περιοχής με τα άφθονα ψάρια της και τα νόστιμα πουλιά της. Άνθρωποι πεινασμένοι από το Βόλο και την γύρω περιοχή ερχόταν να χορτάσουν την πείνα τους. Και το ευχαριστώ; Η αποξήρανση. Για αυτό σου λέω, αχάριστοι οι άνθρωποι, παιδί μου, αχάριστοι.

Έλα να σου δείξω φωτογραφίες. Να εδώ είναι ένα καράβι με την ομάδα των ψαράδων που τη λέγανε «ντουκιάνι» και τον αρχηγό της που τον λέγαμε «καπετάνιο».




Κων/νος: Κοίτα κι αυτή τη φωτογραφία, πολύ μου αρέσουν αυτές οι καλύβες.
Παππούς: ¨έχω κοιμηθεί πολλές βραδιές της νιότης μου σε αυτή την ψαροκαλύβα.
Όλοι οι ψαράδες φτιάχναμε τέτοιες με τα καλάμια και τα φυτά της λίμνης.
Εκεί κοιμόμασταν, εκεί τρώγαμε, εκεί λέγαμε ιστορίες τα ατελείωτα χειμωνιάτικα βράδια. Αυτή την αρχιτεκτονική τη συναντάς μόνο στην περιοχή μας.

Κων/νος: Θα μου φτιάξεις μια καταδική μου καλύβα αν ξανάρθει η λίμνη;
Παππούς: Θα σου πλέξω την ομορφότερη καλύβα κι απ΄ έξω θα γράψω το όνομα σου.
Κι εσύ όμως θα μου υποσχεθείς ότι θα ΄έρθεις μαζί μου για ψάρεμα.
Θέλω να σου μάθω όλους τους τρόπους ψαρέματος. Κι εσύ θα τα δείξεις στα παιδιά σου και στα εγγόνια σου. Έτσι θα διασωθεί η ιστορία μας κι ο πολιτισμός μας. Έλα να δεις τι είδους ψάρια θα πιάναμε, άλλοτε με τα δίχτυα και άλλοτε με την απόχη. Αυτή ήταν η καλύτερη ψαριά μας.

Κων/νος: Αυτοί εδώ δεν μου φαίνονται για ψαράδες.
Παππούς: Πράγματι, αυτοί είναι επισκέπτες. Ήρθαν για την γιορτή της ανθισμένης αμυγδαλιάς και απολαμβάνουν μια βόλτα στη λίμνη. Οι γυναίκες μόνο για αυτόν το λόγο ανέβαιναν στα καράβια. Το ψάρεμα και η ζωή μέσα τις καλύβες ήταν αποκλειστικά ανδρική υπόθεση.





Κων/νος:
Θέλω να μου πεις τι θυμάσαι από τη λίμνη όταν ήσουν να μικρός όπως κι εγώ.





Παππούς: Τι μου θύμισες τώρα! Όταν ήμουνα μικρός με πήρε ο πατέρας μου μαζί του για μια ολόκληρη εβδομάδα στην καλύβα του. Μαζί του έμειναν κι άλλοι ψαράδες. Το σούρουπο, καθώς έβραζαν τη σούπα τους, την κακκαβιά έλεγαν παραμύθια ,ατελείωτα παραμύθια.
Όλες τις ιστορίες, Κωνσταντίνε μου θα τις πούμε όταν φτιάξουμε την καλύβα μας. Το ξέρεις ότι στην περιοχή μας έχουν αρχίσει τα έργα για να επιστρέψουν τα νερά της λίμνης μας στον τόπο τους;
Αύριο θα πάμε να τα δούμε, στο υπόσχομαι..

Αγγελική Γ. Θάνου

«Η λίμνη Κάρλα φοράει τα καλά της»








Δεν υπάρχουν σχόλια: